Γυναικεία επιχειρηματικότητα
Το θέμα «επιχειρηματικότητα» αποτελεί ένα από τα πλέον σημαντικά στον σχεδιασμό πολιτικής για προώθηση της απασχόλησης. Σε επίπεδο πολιτικής, παρατηρείται έξαρση του ενδιαφέροντος για την αντιμετώπιση της περιορισμένης συμμετοχής των γυναικών στην επιχειρηματική δραστηριότητα. Στόχο αποτελεί η λήψη μέτρων για τη διευκόλυνση και ενθάρρυνση των γυναικών στο ξεκίνημα μιας επιχείρησης.Τις δύο τελευταίες δεκαετίες έχει ενισχυθεί πολύ η συμμετοχή των γυναικών στην αγορά εργασίας, αλλά και στη διοίκηση και την ιδιοκτησία επιχειρήσεων. Μετά τη μαζική συμμετοχή των γυναικών στον εργατικό πληθυσμό που έλαβε χώρα κατά τον Β ́ Παγκόσμιο Πόλεμο και συνεχίστηκε στις επόμενες δεκαετίες της μαζικής παραγωγής και της γιγάντωσης των επιχειρήσεων, ήρθε η σειρά τους να προχωρήσουν σε περισσότερο δυναμικές και υπεύθυνες δραστηριότητες, όπως είναι και οι επιχειρηματικές. Η συμμετοχή της γυναίκας επιχειρηματία ενισχύθηκε από τη μορφή της νέας τεχνολογίας που μείωσε τον αριθμό των ενδιάμεσων τεχνικών στελεχών (blue collars) και από την αλματώδη ανάπτυξη του τομέα παροχής υπηρεσιών.Στις ΗΠΑ και στην Ευρωπαϊκή Ένωση έχουν δημιουργηθεί προγράμματα που παρέχουν κίνητρα για τη γυναίκα να ασχοληθεί με τη δημιουργία μικρομεσαίων επιχειρήσεων, όχι μόνο για να μειωθεί η ανεργία, αλλά και για να αμβλυνθούν ορισμένα κοινωνικά προβλήματα που έχουν δημιουργηθεί από την εξαρτημένη εργασία των γυναικών-μητέρων. Για την κατάσταση των γυναικών στα θέματα απασχόλησης και ανεργίας, σημειώνουμε ότι στην περίπτωσή τους τα ποσοστά ανεργίας είναι υψηλότερα και τα ποσοστά απασχόλησης χαμηλότερα συγκριτικά με τους άνδρες ανάλογων εκπαιδευτικών προσόντων. Το πρόβλημα είναι εντονότερο για τις χαμηλότερες εκπαιδευτικές βαθμίδες και τα άτομα μεγαλύτερης ηλικίας. Στις υψηλότερες εκπαιδευτικές βαθμίδες οι διαφορές μειώνονται σημαντικά, χωρίς όμως να εξαλείφονται.
.
Το θέμα «επιχειρηματικότητα» αποτελεί ένα από τα πλέον σημαντικά στον σχεδιασμό πολιτικής για προώθηση της απασχόλησης. Σε επίπεδο πολιτικής, παρατηρείται έξαρση του ενδιαφέροντος για την αντιμετώπιση της περιορισμένης συμμετοχής των γυναικών στην επιχειρηματική δραστηριότητα. Στόχο αποτελεί η λήψη μέτρων για τη διευκόλυνση και ενθάρρυνση των γυναικών στο ξεκίνημα μιας επιχείρησης.Τις δύο τελευταίες δεκαετίες έχει ενισχυθεί πολύ η συμμετοχή των γυναικών στην αγορά εργασίας, αλλά και στη διοίκηση και την ιδιοκτησία επιχειρήσεων. Μετά τη μαζική συμμετοχή των γυναικών στον εργατικό πληθυσμό που έλαβε χώρα κατά τον Β ́ Παγκόσμιο Πόλεμο και συνεχίστηκε στις επόμενες δεκαετίες της μαζικής παραγωγής και της γιγάντωσης των επιχειρήσεων, ήρθε η σειρά τους να προχωρήσουν σε περισσότερο δυναμικές και υπεύθυνες δραστηριότητες, όπως είναι και οι επιχειρηματικές. Η συμμετοχή της γυναίκας επιχειρηματία ενισχύθηκε από τη μορφή της νέας τεχνολογίας που μείωσε τον αριθμό των ενδιάμεσων τεχνικών στελεχών (blue collars) και από την αλματώδη ανάπτυξη του τομέα παροχής υπηρεσιών.Στις ΗΠΑ και στην Ευρωπαϊκή Ένωση έχουν δημιουργηθεί προγράμματα που παρέχουν κίνητρα για τη γυναίκα να ασχοληθεί με τη δημιουργία μικρομεσαίων επιχειρήσεων, όχι μόνο για να μειωθεί η ανεργία, αλλά και για να αμβλυνθούν ορισμένα κοινωνικά προβλήματα που έχουν δημιουργηθεί από την εξαρτημένη εργασία των γυναικών-μητέρων. Για την κατάσταση των γυναικών στα θέματα απασχόλησης και ανεργίας, σημειώνουμε ότι στην περίπτωσή τους τα ποσοστά ανεργίας είναι υψηλότερα και τα ποσοστά απασχόλησης χαμηλότερα συγκριτικά με τους άνδρες ανάλογων εκπαιδευτικών προσόντων. Το πρόβλημα είναι εντονότερο για τις χαμηλότερες εκπαιδευτικές βαθμίδες και τα άτομα μεγαλύτερης ηλικίας. Στις υψηλότερες εκπαιδευτικές βαθμίδες οι διαφορές μειώνονται σημαντικά, χωρίς όμως να εξαλείφονται.
.
Η Γυναίκα Επιχειρηματίας
Στον 21ο αιώνα έρευνες και στατιστικά στοιχεία φέρνουν στο φως της δημοσιότητας μια διαρκώς ανερχόμενη δύναμη αλλά και δυναμική της οικονομίας, τη γυναίκα επιχειρηματία. Οι σύγχρονες θεωρίες του μάνατζμεντ και οι αντίστοιχες έρευνες σε Ευρώπη και Αμερική ορίζουν τη γυναίκα επιχειρηματία να έχει τα εξής χαρακτηριστικά: «Να είναι η ‘κεφαλή’ μιας επιχείρησης, να έχει ιδρύσει και ξεκινήσει μια επιχείρηση, να κατέχει τουλάχιστον το 50% της επιχείρησης, να είναι ενεργά συμμέτοχη στη διοίκησή της και συνεπώς να αποδέχεται το ρίσκο της επιχειρηματικότητας».Οι γυναίκες, όσες είχαν την οικονομική αλλά και κοινωνική δυνατότητα σε μια εμφανώς ανδροκρατούμενη κοινωνία, στην περίοδο μέχρι τη δεκαετία του 1970 επιλέγουν κατά πλειοψηφία σπουδές με θεωρητική κατεύθυνση και τη σχολή των καλών τεχνών. Το ίδιο το σύστημα ωθούσε τις γυναίκες προς τις επιχειρήσεις του τομέα των υπηρεσιών και ήταν σύνηθες φαινόμενο οι γυναίκες να παίρνουν θέσεις γραμματέων και όχι διοικητικές ή να απασχολούνταν αποκλειστικά με το αντικείμενο των σπουδών τους. Οι περισσότερες που ανήκαν σε γυναίκες είχαν έναν μικρό αριθμό εργαζομένων, συνήθως μέχρι10 άτομα. Ελάχιστες ήταν οι περιπτώσεις των επιχειρήσεων που ξεπερνούσαν αυτή τη δυναμική και ελάχιστη ήταν η βιβλιογραφία σχετικά με την επιχειρηματικότητα των γυναικών. Καθώς ο αριθμός των εργαζομένων γυναικών διαρκώς αυξάνεται τις τελευταίες δεκαετίες, το αντικείμενο της επαγγελματικής εξέλιξης της γυναίκας έχει πάρει σημαντικές προεκτάσεις και διαστάσεις. Για πολλές δεκαετίες η γυναίκα αντιμετωπιζόταν ως ένας τυπικός και μη φιλόδοξος εργάτης ο οποίος παρέμενε στη δουλεία μέχρι να παντρευτεί ή να αποκτήσει παιδιά. Στην ουσία υπήρχαν ελάχιστες θεωρίες για τη γυναίκα επιχειρηματία καθόσον υπήρχαν ελάχιστες τέτοιες γυναίκες. Οι άνδρες κυνηγούσαν την καριέρα, ενώ οι γυναίκες απασχολούνταν σε προσωρινές δουλειές ή σε δουλειές δευτερευούσης σημασίας ως προς την οικογένεια και τις οικογενειακές υποχρεώσεις. Σύμφωνα με το Διεθνές Οικονομικό Δίκτυο (International Women Financial Network), οι γυναίκες δημιουργούν επιχειρήσεις με συχνότητα διπλάσια από τους άνδρες. Ενώ όμως οι γυναίκες επιχειρηματίες είναι περισσότερες από τους άνδρες, είναι πολύ πιο δύσκολο για εκείνες στο ξεκίνημα να αναπτύξουν τις επιχειρήσεις τους και να έχουν πρόσβαση σε κεφάλαια κίνησης. Οι ποικίλοι κοινωνικοί μηχανισμοί παραγωγής και αναπαραγωγής των στερεοτύπων και των ανισοτήτων που παρατηρούνται στα δύο φύλλα όχι μόνο δεν εξαφανίστηκαν αλλά έκαναν την εμφάνισή τους και νέες μορφές ανισότητας. Έτσι, στις ήδη γνωστές, όπως: άνιση αμοιβή για ίση εργασία, δυσκολία στην επαγγελματική εξέλιξη και άνοδο στην ιεραρχία, διάκριση στουςχώρους εργασίας, προστέθηκαν το αυξημένο ποσοστό ανεργίας των γυναικών σε σχέση με τους άνδρες, αυξημένα ποσοστά υποαπασχόλησης, μειωμένη συμμετοχή των γυναικών σε ορισμένους επαγγελματικούς κλάδους που χαρακτηρίζονται ως ανδροκρατούμενοι, μικρό ποσοστό αυτοαπασχόλησης και γυναικείας επιχειρηματικότητας. Η ανισότητα των δύο φύλλων στην αγορά εργασίας εκδηλώνεται έτσι σε μια σειρά από χαρακτηριστικά όπως το επάγγελμα, ο κλάδος ή το είδος της σύμβασης(π.χ. αορίστου ή ορισμένου χρόνου, μερικής ή πλήρους απασχόλησης). Παρατηρείται έτσι σε όλες τις οικονομίες, σε άλλες σε μεγαλύτερο βαθμό και σε άλλες σε μικρότερο βαθμό, η κατά φύλο σύνθεση της απασχόλησης στα επαγγέλματα, στους κλάδους, στα είδη σύμβασης εργασίας έτσι ώστε οι τελευταίοι να είναι ανδροκρατούμενοι και άλλοι γυναικοκρατούμενοι, ανάλογα με το αν πλειοψηφούν οι άνδρες ή οι γυναίκες εργαζόμενοι σε αυτούς. Συγκεκριμένα, οι άνδρες συγκεντρώνονται στα επαγγέλματα, στους κλάδους και στις μορφές απασχόλησης που αποφέρουν μεγαλύτερες αποδοχές. Σχεδόν σε κάθε περίπτωση όπου οι γυναίκες απέκτησαν επιχειρηματική γνώση και δεξιότητες σε τομείς όπως η πρόσβαση και χρηματοδότηση αυτής, υπηρεσίες υποστήριξης και τρόποι να γίνονται μέλη σε δίκτυα και ομάδες, κατεύθυναν σταθερά τόσο τη νεοαποκτηθείσα εμπειρία τους, όσο και το εισόδημα τους στην προσπάθεια τους να δημιουργήσουν μια επιτυχημένη επιχείρηση. Η ηγεσία παίζει το σπουδαιότερο ρόλο στην επιχειρηματική επιτυχία. Αυτό βοηθά στη θετική σκέψη όσον αφορά στη φιλοδοξία, στη δύναμη, στη διαχείριση δημιουργίας εντυπώσεων και στην επιτυχημένη καριέρα.
Στον 21ο αιώνα έρευνες και στατιστικά στοιχεία φέρνουν στο φως της δημοσιότητας μια διαρκώς ανερχόμενη δύναμη αλλά και δυναμική της οικονομίας, τη γυναίκα επιχειρηματία. Οι σύγχρονες θεωρίες του μάνατζμεντ και οι αντίστοιχες έρευνες σε Ευρώπη και Αμερική ορίζουν τη γυναίκα επιχειρηματία να έχει τα εξής χαρακτηριστικά: «Να είναι η ‘κεφαλή’ μιας επιχείρησης, να έχει ιδρύσει και ξεκινήσει μια επιχείρηση, να κατέχει τουλάχιστον το 50% της επιχείρησης, να είναι ενεργά συμμέτοχη στη διοίκησή της και συνεπώς να αποδέχεται το ρίσκο της επιχειρηματικότητας».Οι γυναίκες, όσες είχαν την οικονομική αλλά και κοινωνική δυνατότητα σε μια εμφανώς ανδροκρατούμενη κοινωνία, στην περίοδο μέχρι τη δεκαετία του 1970 επιλέγουν κατά πλειοψηφία σπουδές με θεωρητική κατεύθυνση και τη σχολή των καλών τεχνών. Το ίδιο το σύστημα ωθούσε τις γυναίκες προς τις επιχειρήσεις του τομέα των υπηρεσιών και ήταν σύνηθες φαινόμενο οι γυναίκες να παίρνουν θέσεις γραμματέων και όχι διοικητικές ή να απασχολούνταν αποκλειστικά με το αντικείμενο των σπουδών τους. Οι περισσότερες που ανήκαν σε γυναίκες είχαν έναν μικρό αριθμό εργαζομένων, συνήθως μέχρι10 άτομα. Ελάχιστες ήταν οι περιπτώσεις των επιχειρήσεων που ξεπερνούσαν αυτή τη δυναμική και ελάχιστη ήταν η βιβλιογραφία σχετικά με την επιχειρηματικότητα των γυναικών. Καθώς ο αριθμός των εργαζομένων γυναικών διαρκώς αυξάνεται τις τελευταίες δεκαετίες, το αντικείμενο της επαγγελματικής εξέλιξης της γυναίκας έχει πάρει σημαντικές προεκτάσεις και διαστάσεις. Για πολλές δεκαετίες η γυναίκα αντιμετωπιζόταν ως ένας τυπικός και μη φιλόδοξος εργάτης ο οποίος παρέμενε στη δουλεία μέχρι να παντρευτεί ή να αποκτήσει παιδιά. Στην ουσία υπήρχαν ελάχιστες θεωρίες για τη γυναίκα επιχειρηματία καθόσον υπήρχαν ελάχιστες τέτοιες γυναίκες. Οι άνδρες κυνηγούσαν την καριέρα, ενώ οι γυναίκες απασχολούνταν σε προσωρινές δουλειές ή σε δουλειές δευτερευούσης σημασίας ως προς την οικογένεια και τις οικογενειακές υποχρεώσεις. Σύμφωνα με το Διεθνές Οικονομικό Δίκτυο (International Women Financial Network), οι γυναίκες δημιουργούν επιχειρήσεις με συχνότητα διπλάσια από τους άνδρες. Ενώ όμως οι γυναίκες επιχειρηματίες είναι περισσότερες από τους άνδρες, είναι πολύ πιο δύσκολο για εκείνες στο ξεκίνημα να αναπτύξουν τις επιχειρήσεις τους και να έχουν πρόσβαση σε κεφάλαια κίνησης. Οι ποικίλοι κοινωνικοί μηχανισμοί παραγωγής και αναπαραγωγής των στερεοτύπων και των ανισοτήτων που παρατηρούνται στα δύο φύλλα όχι μόνο δεν εξαφανίστηκαν αλλά έκαναν την εμφάνισή τους και νέες μορφές ανισότητας. Έτσι, στις ήδη γνωστές, όπως: άνιση αμοιβή για ίση εργασία, δυσκολία στην επαγγελματική εξέλιξη και άνοδο στην ιεραρχία, διάκριση στουςχώρους εργασίας, προστέθηκαν το αυξημένο ποσοστό ανεργίας των γυναικών σε σχέση με τους άνδρες, αυξημένα ποσοστά υποαπασχόλησης, μειωμένη συμμετοχή των γυναικών σε ορισμένους επαγγελματικούς κλάδους που χαρακτηρίζονται ως ανδροκρατούμενοι, μικρό ποσοστό αυτοαπασχόλησης και γυναικείας επιχειρηματικότητας. Η ανισότητα των δύο φύλλων στην αγορά εργασίας εκδηλώνεται έτσι σε μια σειρά από χαρακτηριστικά όπως το επάγγελμα, ο κλάδος ή το είδος της σύμβασης(π.χ. αορίστου ή ορισμένου χρόνου, μερικής ή πλήρους απασχόλησης). Παρατηρείται έτσι σε όλες τις οικονομίες, σε άλλες σε μεγαλύτερο βαθμό και σε άλλες σε μικρότερο βαθμό, η κατά φύλο σύνθεση της απασχόλησης στα επαγγέλματα, στους κλάδους, στα είδη σύμβασης εργασίας έτσι ώστε οι τελευταίοι να είναι ανδροκρατούμενοι και άλλοι γυναικοκρατούμενοι, ανάλογα με το αν πλειοψηφούν οι άνδρες ή οι γυναίκες εργαζόμενοι σε αυτούς. Συγκεκριμένα, οι άνδρες συγκεντρώνονται στα επαγγέλματα, στους κλάδους και στις μορφές απασχόλησης που αποφέρουν μεγαλύτερες αποδοχές. Σχεδόν σε κάθε περίπτωση όπου οι γυναίκες απέκτησαν επιχειρηματική γνώση και δεξιότητες σε τομείς όπως η πρόσβαση και χρηματοδότηση αυτής, υπηρεσίες υποστήριξης και τρόποι να γίνονται μέλη σε δίκτυα και ομάδες, κατεύθυναν σταθερά τόσο τη νεοαποκτηθείσα εμπειρία τους, όσο και το εισόδημα τους στην προσπάθεια τους να δημιουργήσουν μια επιτυχημένη επιχείρηση. Η ηγεσία παίζει το σπουδαιότερο ρόλο στην επιχειρηματική επιτυχία. Αυτό βοηθά στη θετική σκέψη όσον αφορά στη φιλοδοξία, στη δύναμη, στη διαχείριση δημιουργίας εντυπώσεων και στην επιτυχημένη καριέρα.
Το προφίλ των γυναικών επιχειρηματιών
Έχει παρατηρηθεί ότι, κατά μέσο όρο, οι γυναίκες επιχειρηματίες είναι νεότερες από τους άνδρες συναδέλφους τους. Αυτό συμβαίνει γιατί μόνο τις τελευταίες δεκαετίες έχει αρχίσει να γίνεται κοινωνικά αποδεκτή σε πολλές χώρες η ίδρυση και διοίκηση επιχειρήσεων από γυναίκες. Άλλωστε, οι επιδόσεις των γυναικών στον τομέα της μόρφωσης και στον επαγγελματικό τομέα έχουν αυξηθεί δραματικά κατά τα τελευταία 20 χρόνια, παρέχοντας έτσι μια διέξοδο στη γυναικεία επιχειρηματικότητα. Συνεπώς, οι γυναίκες επιχειρηματίες είναι νεότερες από τους άνδρες. Μήπως όμως υπάρχουν και άλλες αξιοπρόσεκτες διαφορές; Η απάντηση σε αυτό το ερώτημα είναι θετική, ιδιαίτερα όσον αφορά στο θέμα της παιδείας. Έρευνες δείχνουν ότι οι άνδρες έχουν τις διπλάσιες πιθανότητες από τις γυναίκες να εμπλακούν σε κάποιας μορφής επιχειρηματική δραστηριότητα. Έτσι, όταν εξετάζουμε τα εκπαιδευτικά επιτεύγματα των όσων ασχολούνται με τις επιχειρήσεις, βάσει του φύλου τους, θα περιμέναμε ο αριθμός των γυναικών να είναι μισός από εκείνον των ανδρών, εάν τα δύο φύλα είχαν ίσες επιδόσεις στην εκπαίδευση. Στην ουσία, όμως, προκύπτει ότι οι πιθανότητες των γυναικών επιχειρηματιών να είναι πτυχιούχοι ή κάτοχοι μεταπτυχιακών διπλωμάτων είναι δυσανάλογα περισσότερες από αυτές των ανδρών συναδέλφων τους. Έρευνες κάνουν αναφορά για παρόμοια κατάσταση στην Ελλάδα, όπου οι γυναίκες απόφοιτοι πανεπιστημίου ξεπερνούν τους άνδρες, ενώ τα δύο φύλα έχουν τις ίδιες πιθανότητες να είναι κάτοχοι μεταπτυχιακού διπλώματος. Κατά περίεργο, επομένως, τρόπο προκύπτει ότι μολονότι οι γυναίκες επιχειρηματίες είναι νεότερες από τους άνδρες, υπάρχουν σαφείς αποδείξεις, ότι, κατά μέσο όρο, είναι περισσότερο μορφωμένες.
Έχει παρατηρηθεί ότι, κατά μέσο όρο, οι γυναίκες επιχειρηματίες είναι νεότερες από τους άνδρες συναδέλφους τους. Αυτό συμβαίνει γιατί μόνο τις τελευταίες δεκαετίες έχει αρχίσει να γίνεται κοινωνικά αποδεκτή σε πολλές χώρες η ίδρυση και διοίκηση επιχειρήσεων από γυναίκες. Άλλωστε, οι επιδόσεις των γυναικών στον τομέα της μόρφωσης και στον επαγγελματικό τομέα έχουν αυξηθεί δραματικά κατά τα τελευταία 20 χρόνια, παρέχοντας έτσι μια διέξοδο στη γυναικεία επιχειρηματικότητα. Συνεπώς, οι γυναίκες επιχειρηματίες είναι νεότερες από τους άνδρες. Μήπως όμως υπάρχουν και άλλες αξιοπρόσεκτες διαφορές; Η απάντηση σε αυτό το ερώτημα είναι θετική, ιδιαίτερα όσον αφορά στο θέμα της παιδείας. Έρευνες δείχνουν ότι οι άνδρες έχουν τις διπλάσιες πιθανότητες από τις γυναίκες να εμπλακούν σε κάποιας μορφής επιχειρηματική δραστηριότητα. Έτσι, όταν εξετάζουμε τα εκπαιδευτικά επιτεύγματα των όσων ασχολούνται με τις επιχειρήσεις, βάσει του φύλου τους, θα περιμέναμε ο αριθμός των γυναικών να είναι μισός από εκείνον των ανδρών, εάν τα δύο φύλα είχαν ίσες επιδόσεις στην εκπαίδευση. Στην ουσία, όμως, προκύπτει ότι οι πιθανότητες των γυναικών επιχειρηματιών να είναι πτυχιούχοι ή κάτοχοι μεταπτυχιακών διπλωμάτων είναι δυσανάλογα περισσότερες από αυτές των ανδρών συναδέλφων τους. Έρευνες κάνουν αναφορά για παρόμοια κατάσταση στην Ελλάδα, όπου οι γυναίκες απόφοιτοι πανεπιστημίου ξεπερνούν τους άνδρες, ενώ τα δύο φύλα έχουν τις ίδιες πιθανότητες να είναι κάτοχοι μεταπτυχιακού διπλώματος. Κατά περίεργο, επομένως, τρόπο προκύπτει ότι μολονότι οι γυναίκες επιχειρηματίες είναι νεότερες από τους άνδρες, υπάρχουν σαφείς αποδείξεις, ότι, κατά μέσο όρο, είναι περισσότερο μορφωμένες.
Ιδιαιτερότητες ανά τομέα
Ένα από τα χαρακτηριστικά της γυναικείας επιχειρηματικότητας είναι ότι αυτή συναντάται κυρίως στον τομέα των υπηρεσιών και του λιανικού εμπορίου. Αναλυτικότερα, βλέπουμε ότι τόσο σε εθνικό όσο και σε διεθνές επίπεδο, οι γυναίκες επιχειρηματίες επιδεικνύουν μια εντονότερη τάση από αυτή των ανδρών να συγκεντρώνουν τις δραστηριότητές τους στον τομέα της παροχής υπηρεσιών, παρά στον κατασκευαστικό τομέα και στη βιομηχανία.
Γιατί οι γυναίκες επιλέγουν κυρίως τον τομέα των υπηρεσιών και συγκεκριμένους βιομηχανικούς τομείς όταν πρόκειται να δημιουργήσουν την δική τους επιχείρηση; Τρεις είναι οι λόγοι που φαίνονται να υπαγορεύουν μια τέτοια επιλογή:Πρώτα από όλα, στον τομέα των κατασκευών και σε ορισμένους τομείς της βιομηχανίας εργάζονται αναλογικά περισσότεροι άνδρες από ότι γυναίκες και για αυτό το λόγο χαρακτηρίζονται ως «ανδροκρατούμενοι». Π.χ. συναντάμε πολύ λίγες γυναίκες ανθρακωρύχους, οικοδόμους και μηχανικούς διότι ακόμα και σήμερα τα επαγγέλματα αυτά θεωρείται ότι απαιτούν ιδιαίτερη σωματική ρώμη και είναι ιδιαίτερα σκληρά για τις γυναίκες. Ο δεύτερος λόγος είναι άρρηκτα συνδεδεμένος με τον πρώτο: στα ανδροκρατούμενα επαγγέλματα, υπάρχουν ανδροκρατούμενα επιχειρηματικά δίκτυα. Τα επιχειρηματικά δίκτυα είναι το άθροισμα των σχέσεων στις οποίες συμμετέχει ο επιχειρηματίας με σκοπό την απόκτηση πληροφοριών για νέες ευκαιρίες που υπάρχουν στην αγορά. Οι δεσμοί αυτοί είναι δυνατό να περιλαμβάνουν τις σχέσεις του επιχειρηματία με επίσημους οργανισμούς, με τους προμηθευτές, τους διανομείς, τους καταναλωτές αλλά και με άτομα από το κοινωνικό του περιβάλλον (φίλοι, γνωστοί, συγγενείς).Τα δίκτυα παίζουν σημαντικό ρόλο στην επιχειρηματική δραστηριότητα καθώς προσφέρουν πρόσβαση στην πληροφόρηση, στις ευκαιρίες, στις πρώτες ύλες, στους πελάτες και στους προμηθευτές. Έτσι λοιπόν, στα ανδροκρατούμενα επαγγέλματα και κλάδους οι γυναίκες έχουν λιγότερες δυνατότητες πρόσβασης σε όλα αυτά που προσφέρουν τα δίκτυα.Ο τρίτος λόγος είναι ότι οι γυναίκες ιδρύουν επιχειρήσεις που απαιτούν μικρότερο κεφάλαιο. Αυτό συμβαίνει κυρίως γιατί ακόμα και σήμερα οι γυναίκες συναντούν δυσκολίες στην ανεύρεση πηγών χρηματοδότησης. Επομένως, είναι πιθανότερο μια γυναίκα να προσανατολιστεί στη δημιουργία μιας επιχείρησης στον τομέα των υπηρεσιών και του λιανικού εμπορίου, όπου δεν απαιτείται ιδιαίτερα μεγάλο κεφάλαιο, παρά στον τομέα της βιομηχανίας και των κατασκευών, όπου απαιτούνται μεγάλα κεφάλαια.Οι παραδοσιακά ανδρικές επιχειρήσεις συνεχίζουν να απασχολούν πολύ περισσότερους άνδρες παρά γυναίκες ιδιαίτερα στα υψηλότερα ιεραρχικά στρώματα. Εξάλλου αυτές είναι οι επιχειρήσεις που, παρότι απαιτούν μεγαλύτερο αρχικό κεφάλαιο, αποφέρουν μεγαλύτερα κέρδη.
Ένα από τα χαρακτηριστικά της γυναικείας επιχειρηματικότητας είναι ότι αυτή συναντάται κυρίως στον τομέα των υπηρεσιών και του λιανικού εμπορίου. Αναλυτικότερα, βλέπουμε ότι τόσο σε εθνικό όσο και σε διεθνές επίπεδο, οι γυναίκες επιχειρηματίες επιδεικνύουν μια εντονότερη τάση από αυτή των ανδρών να συγκεντρώνουν τις δραστηριότητές τους στον τομέα της παροχής υπηρεσιών, παρά στον κατασκευαστικό τομέα και στη βιομηχανία.
Γιατί οι γυναίκες επιλέγουν κυρίως τον τομέα των υπηρεσιών και συγκεκριμένους βιομηχανικούς τομείς όταν πρόκειται να δημιουργήσουν την δική τους επιχείρηση; Τρεις είναι οι λόγοι που φαίνονται να υπαγορεύουν μια τέτοια επιλογή:Πρώτα από όλα, στον τομέα των κατασκευών και σε ορισμένους τομείς της βιομηχανίας εργάζονται αναλογικά περισσότεροι άνδρες από ότι γυναίκες και για αυτό το λόγο χαρακτηρίζονται ως «ανδροκρατούμενοι». Π.χ. συναντάμε πολύ λίγες γυναίκες ανθρακωρύχους, οικοδόμους και μηχανικούς διότι ακόμα και σήμερα τα επαγγέλματα αυτά θεωρείται ότι απαιτούν ιδιαίτερη σωματική ρώμη και είναι ιδιαίτερα σκληρά για τις γυναίκες. Ο δεύτερος λόγος είναι άρρηκτα συνδεδεμένος με τον πρώτο: στα ανδροκρατούμενα επαγγέλματα, υπάρχουν ανδροκρατούμενα επιχειρηματικά δίκτυα. Τα επιχειρηματικά δίκτυα είναι το άθροισμα των σχέσεων στις οποίες συμμετέχει ο επιχειρηματίας με σκοπό την απόκτηση πληροφοριών για νέες ευκαιρίες που υπάρχουν στην αγορά. Οι δεσμοί αυτοί είναι δυνατό να περιλαμβάνουν τις σχέσεις του επιχειρηματία με επίσημους οργανισμούς, με τους προμηθευτές, τους διανομείς, τους καταναλωτές αλλά και με άτομα από το κοινωνικό του περιβάλλον (φίλοι, γνωστοί, συγγενείς).Τα δίκτυα παίζουν σημαντικό ρόλο στην επιχειρηματική δραστηριότητα καθώς προσφέρουν πρόσβαση στην πληροφόρηση, στις ευκαιρίες, στις πρώτες ύλες, στους πελάτες και στους προμηθευτές. Έτσι λοιπόν, στα ανδροκρατούμενα επαγγέλματα και κλάδους οι γυναίκες έχουν λιγότερες δυνατότητες πρόσβασης σε όλα αυτά που προσφέρουν τα δίκτυα.Ο τρίτος λόγος είναι ότι οι γυναίκες ιδρύουν επιχειρήσεις που απαιτούν μικρότερο κεφάλαιο. Αυτό συμβαίνει κυρίως γιατί ακόμα και σήμερα οι γυναίκες συναντούν δυσκολίες στην ανεύρεση πηγών χρηματοδότησης. Επομένως, είναι πιθανότερο μια γυναίκα να προσανατολιστεί στη δημιουργία μιας επιχείρησης στον τομέα των υπηρεσιών και του λιανικού εμπορίου, όπου δεν απαιτείται ιδιαίτερα μεγάλο κεφάλαιο, παρά στον τομέα της βιομηχανίας και των κατασκευών, όπου απαιτούνται μεγάλα κεφάλαια.Οι παραδοσιακά ανδρικές επιχειρήσεις συνεχίζουν να απασχολούν πολύ περισσότερους άνδρες παρά γυναίκες ιδιαίτερα στα υψηλότερα ιεραρχικά στρώματα. Εξάλλου αυτές είναι οι επιχειρήσεις που, παρότι απαιτούν μεγαλύτερο αρχικό κεφάλαιο, αποφέρουν μεγαλύτερα κέρδη.
Ρυθμοί ανάπτυξης και επιβίωσης της γυναικείας επιχείρησης
Έρευνες που έχουν γίνει πάνω στον τομέα των ρυθμών ανάπτυξης και επιβίωσης της γυναικείας επιχείρησης δείχνουν ότι, οι επιχειρήσεις που ανήκουν σε γυναίκες έχουν χαμηλότερους δείκτες επιβίωσης και ανάπτυξης από αυτές που ανήκουν σε άνδρες. Ένας από τους λόγους που εμφανίζεται αυτή η διαφοροποίηση ανάμεσα στις γυναικείες και στις ανδρικές επιχειρήσεις είναι ότι, οι επιχειρήσεις που διοικούνται από γυναίκες βρίσκονται συγκεντρωμένες στους τομείς του λιανικού εμπορίου και της παροχής υπηρεσιών, οι οποίοι έχουν χαμηλότερα ποσοστά επιβίωσης από τον κατασκευαστικό τομέα. Επιπλέον, καταστήματα παροχής προσωπικών υπηρεσιών πρέπει να τοποθετούνται κοντά στους πελάτες και μπορούν να φτάσουν το μέγιστο των δυνατοτήτων τους σε σχετικά μικρό χρονικό διάστημα - αν και πολλά δεν το φτάνουν ποτέ. Αφού επιτευχθεί αυτό, η πιο προσφιλής στρατηγική ανάπτυξης είναι η δημιουργία ενός καινούριου υποκαταστήματος κάπου αλλού. Για την επένδυση αυτή, απαιτείται σημαντικό κεφάλαιο που συνεπάγεται επιπλέον κινδύνους και που συχνά είναι δύσκολο να συγκεντρωθεί από γυναίκες. Μολονότι κάποιοι επιχειρηματίες από το χώρο του λιανικού εμπορίου και των υπηρεσιών επιλέγουν όντως αυτήν την στρατηγική, χρησιμοποιώντας τη δυνατότητα του franchising για γρήγορη ανάπτυξη των επιχειρήσεών τους, υπάρχουν ακόμα περισσότεροι που αισθάνονται ότι θα χάσουν τον έλεγχο της επιχείρησής τους αν αυτή επεκταθεί σε πολλά μέρη. Στον κατασκευαστικό τομέα, οι επιχειρηματίες μπορούν να επεκταθούν στον ίδιο χώρο με περισσότερες βάρδιες, με το να εργάζονται σαββατοκύριακα ή με την πρόσθεση επιπλέον γραμμών παραγωγής. Αυτές οι απλές στρατηγικές που απαιτούν μικρότερο κεφάλαιο δεν μπορούν να εφαρμοστούν στο λιανικό εμπόριο ή την παροχή υπηρεσιών. Επίσης, οι γυναίκες δίνουν ιδιαίτερη βαρύτητα στην εξυπηρέτηση των πελατών που σε πολλές γυναικοκρατούμενες επιχειρήσεις τείνει να έχει προσωπικό χαρακτήρα. Η εξάπλωση σε μέγεθος πολυκαταστήματος συνεπάγεται ότι δεν μπορούν να επικοινωνούν με όλους τους πελάτες σε προσωπικό επίπεδο, γεγονός το οποίο αποτρέπει πολλές γυναίκες από το να επεκτείνουν τις επιχειρήσεις τους.
Έρευνες που έχουν γίνει πάνω στον τομέα των ρυθμών ανάπτυξης και επιβίωσης της γυναικείας επιχείρησης δείχνουν ότι, οι επιχειρήσεις που ανήκουν σε γυναίκες έχουν χαμηλότερους δείκτες επιβίωσης και ανάπτυξης από αυτές που ανήκουν σε άνδρες. Ένας από τους λόγους που εμφανίζεται αυτή η διαφοροποίηση ανάμεσα στις γυναικείες και στις ανδρικές επιχειρήσεις είναι ότι, οι επιχειρήσεις που διοικούνται από γυναίκες βρίσκονται συγκεντρωμένες στους τομείς του λιανικού εμπορίου και της παροχής υπηρεσιών, οι οποίοι έχουν χαμηλότερα ποσοστά επιβίωσης από τον κατασκευαστικό τομέα. Επιπλέον, καταστήματα παροχής προσωπικών υπηρεσιών πρέπει να τοποθετούνται κοντά στους πελάτες και μπορούν να φτάσουν το μέγιστο των δυνατοτήτων τους σε σχετικά μικρό χρονικό διάστημα - αν και πολλά δεν το φτάνουν ποτέ. Αφού επιτευχθεί αυτό, η πιο προσφιλής στρατηγική ανάπτυξης είναι η δημιουργία ενός καινούριου υποκαταστήματος κάπου αλλού. Για την επένδυση αυτή, απαιτείται σημαντικό κεφάλαιο που συνεπάγεται επιπλέον κινδύνους και που συχνά είναι δύσκολο να συγκεντρωθεί από γυναίκες. Μολονότι κάποιοι επιχειρηματίες από το χώρο του λιανικού εμπορίου και των υπηρεσιών επιλέγουν όντως αυτήν την στρατηγική, χρησιμοποιώντας τη δυνατότητα του franchising για γρήγορη ανάπτυξη των επιχειρήσεών τους, υπάρχουν ακόμα περισσότεροι που αισθάνονται ότι θα χάσουν τον έλεγχο της επιχείρησής τους αν αυτή επεκταθεί σε πολλά μέρη. Στον κατασκευαστικό τομέα, οι επιχειρηματίες μπορούν να επεκταθούν στον ίδιο χώρο με περισσότερες βάρδιες, με το να εργάζονται σαββατοκύριακα ή με την πρόσθεση επιπλέον γραμμών παραγωγής. Αυτές οι απλές στρατηγικές που απαιτούν μικρότερο κεφάλαιο δεν μπορούν να εφαρμοστούν στο λιανικό εμπόριο ή την παροχή υπηρεσιών. Επίσης, οι γυναίκες δίνουν ιδιαίτερη βαρύτητα στην εξυπηρέτηση των πελατών που σε πολλές γυναικοκρατούμενες επιχειρήσεις τείνει να έχει προσωπικό χαρακτήρα. Η εξάπλωση σε μέγεθος πολυκαταστήματος συνεπάγεται ότι δεν μπορούν να επικοινωνούν με όλους τους πελάτες σε προσωπικό επίπεδο, γεγονός το οποίο αποτρέπει πολλές γυναίκες από το να επεκτείνουν τις επιχειρήσεις τους.
Επιχειρηματικότητα και Ανάπτυξη:
Η επιχείρηση είναι ένας αυτοτελής οικονομικός οργανισμός ο οποίος με τον διαρκή συνδυασμό των συντελεστών της παραγωγής στοχεύει όχι μόνο στην κάλυψη των ανθρώπινων αναγκών, αλλά επιδιώκει και την επίτευξη κάποιου κέρδους. Ανάλογα με τα κριτήρια κατάταξης μιας οικονομικής μονάδας υπάρχουν πολλές κατηγορίες επιχειρήσεων. Αρχικά, αυτές διαχωρίζονται σε κερδοσκοπικές επιχειρήσεις και μη. Οι πρώτες, οι οποίες αποτελούν και την πλειοψηφία των επιχειρήσεων, ανάλογα με το αντικείμενο παραγωγικής δραστηριότητάς τους διακρίνονται σε επιχειρήσεις πρωτογενούς, δευτερογενούς, τριτογενούς παραγωγής, καθώς και σε μικτές. Η επιχείρηση λειτουργεί μέσα σε ένα συγκεκριμένο οικονομικό σύστημα το οποίο αποτελεί και το περιβάλλον της. Το σύστημα αυτό αποτελείται από επιμέρους μονάδες, οι οποίες αλληλοεπηρεάζονται και έχουν προκαθορισμένους κανόνες συμπεριφοράς. Οι επιχειρήσεις είναι παραγωγικές μονάδες με διάφορες νομικές μορφές, ή ανάλογα με τον φορέα ταξινομούνται σε ιδιωτικές, δημόσιες και μικτές επιχειρήσεις οι οποίες λαμβάνουν αποφάσεις σχετικά με τα εξής:
• Τι θα παράγει η επιχείρηση;
• Τι ποσότητα θα παράγει;
• Ποια μέθοδος παραγωγής θα χρησιμοποιηθεί, δηλαδή ποια τεχνολογία θα χρησιμοποιήσει;
• Σε ποιο μέρος θα εγκατασταθεί η επιχείρηση;
• Πώς θα γίνει η διανομή των προϊόντων στους καταναλωτές;
• Σε τι τιμή θα πουληθεί το προϊόν;
Και διάφορες άλλες, μικρότερης σημασίας αποφάσεις για την επιχείρηση.
Ο επιχειρηματίας αναλαμβάνει, εκτός από τον σχεδιασμό των στόχων, την οργάνωση και διαχείριση και την επιλογή της καλύτερης από τις εναλλακτικές λύσεις, ώστε να πετύχει το δυνατό καλύτερο αποτέλεσμα.
Στις κερδοσκοπικές επιχειρήσεις, η προσπάθεια για τη μεγιστοποίηση του κέρδους και την ελαχιστοποίηση του κόστους είναι φανερή και προγραμματισμένη· αντίθετα, οι μη κερδοσκοπικές επιχειρήσεις επιδιώκουν την επιβίωσή τους και ίσως ένα μικρό πλεόνασμα, ενώ η μεγιστοποίηση του κέρδους και η ελαχιστοποίηση του κόστους δεν είναι οι πρωταρχικοί τους στόχοι, αλλά πρωταρχικός σκοπός μπορεί να είναι, για παράδειγμα, η κοινωνική και πολιτιστική ανάπτυξη και αναβάθμιση.
Ο κανόνας είναι ότι οι επιχειρήσεις επιδιώκουν το μέγιστο κέρδος και οι αποφάσεις τους βασίζονται σε αυτή την επιδίωξη. Οι στόχοι των οικονομικών μονάδων διακρίνονται σε βραχυχρόνιους και μακροχρόνιους στόχους.
Οι βραχυχρόνιοι στόχοι των οικονομικών οργανισμών είναι:
• Η κάλυψη εξόδων παραγωγής και γενικών εξόδων και η εξεύρεση χρηματικών πόρων και επενδύσεων.
• Η συνεχής και απρόσκοπτη λειτουργία της παραγωγικής διαδικασίας και η παροχή υπηρεσιών.
• Η προσφορά ποιοτικών προϊόντων και η αναβάθμιση των παρεχόμενων υπηρεσιών.
• Η έγκαιρη εξόφληση ληξιπρόθεσμων και βραχυχρόνιων υποχρεώσεων.
• Η έγκαιρη διάθεση των παραγόμενων προϊόντων και υπηρεσιών.
• Η ορθολογική οργάνωση της εργασίας και του εξοπλισμού.
Οι μακροχρόνιοι στόχοι των οικονομικών οργανισμών είναι:
• Η μεγιστοποίηση των επενδύσεων και περιουσιακών στοιχείων (επέκταση εγκαταστάσεων και μηχανολογικού εξοπλισμού.
• Η μεγιστοποίηση των αναμενόμενων κερδών και του μεριδίου της αγοράς.
• Η μεγιστοποίηση των πωλήσεων και η επέκταση σε νέες αγορές.
• Η ελαχιστοποίηση του κόστους και ελαχιστοποίηση των γενικών και ειδικών εξόδων.
Η επιχείρηση είναι ένας αυτοτελής οικονομικός οργανισμός ο οποίος με τον διαρκή συνδυασμό των συντελεστών της παραγωγής στοχεύει όχι μόνο στην κάλυψη των ανθρώπινων αναγκών, αλλά επιδιώκει και την επίτευξη κάποιου κέρδους. Ανάλογα με τα κριτήρια κατάταξης μιας οικονομικής μονάδας υπάρχουν πολλές κατηγορίες επιχειρήσεων. Αρχικά, αυτές διαχωρίζονται σε κερδοσκοπικές επιχειρήσεις και μη. Οι πρώτες, οι οποίες αποτελούν και την πλειοψηφία των επιχειρήσεων, ανάλογα με το αντικείμενο παραγωγικής δραστηριότητάς τους διακρίνονται σε επιχειρήσεις πρωτογενούς, δευτερογενούς, τριτογενούς παραγωγής, καθώς και σε μικτές. Η επιχείρηση λειτουργεί μέσα σε ένα συγκεκριμένο οικονομικό σύστημα το οποίο αποτελεί και το περιβάλλον της. Το σύστημα αυτό αποτελείται από επιμέρους μονάδες, οι οποίες αλληλοεπηρεάζονται και έχουν προκαθορισμένους κανόνες συμπεριφοράς. Οι επιχειρήσεις είναι παραγωγικές μονάδες με διάφορες νομικές μορφές, ή ανάλογα με τον φορέα ταξινομούνται σε ιδιωτικές, δημόσιες και μικτές επιχειρήσεις οι οποίες λαμβάνουν αποφάσεις σχετικά με τα εξής:
• Τι θα παράγει η επιχείρηση;
• Τι ποσότητα θα παράγει;
• Ποια μέθοδος παραγωγής θα χρησιμοποιηθεί, δηλαδή ποια τεχνολογία θα χρησιμοποιήσει;
• Σε ποιο μέρος θα εγκατασταθεί η επιχείρηση;
• Πώς θα γίνει η διανομή των προϊόντων στους καταναλωτές;
• Σε τι τιμή θα πουληθεί το προϊόν;
Και διάφορες άλλες, μικρότερης σημασίας αποφάσεις για την επιχείρηση.
Ο επιχειρηματίας αναλαμβάνει, εκτός από τον σχεδιασμό των στόχων, την οργάνωση και διαχείριση και την επιλογή της καλύτερης από τις εναλλακτικές λύσεις, ώστε να πετύχει το δυνατό καλύτερο αποτέλεσμα.
Στις κερδοσκοπικές επιχειρήσεις, η προσπάθεια για τη μεγιστοποίηση του κέρδους και την ελαχιστοποίηση του κόστους είναι φανερή και προγραμματισμένη· αντίθετα, οι μη κερδοσκοπικές επιχειρήσεις επιδιώκουν την επιβίωσή τους και ίσως ένα μικρό πλεόνασμα, ενώ η μεγιστοποίηση του κέρδους και η ελαχιστοποίηση του κόστους δεν είναι οι πρωταρχικοί τους στόχοι, αλλά πρωταρχικός σκοπός μπορεί να είναι, για παράδειγμα, η κοινωνική και πολιτιστική ανάπτυξη και αναβάθμιση.
Ο κανόνας είναι ότι οι επιχειρήσεις επιδιώκουν το μέγιστο κέρδος και οι αποφάσεις τους βασίζονται σε αυτή την επιδίωξη. Οι στόχοι των οικονομικών μονάδων διακρίνονται σε βραχυχρόνιους και μακροχρόνιους στόχους.
Οι βραχυχρόνιοι στόχοι των οικονομικών οργανισμών είναι:
• Η κάλυψη εξόδων παραγωγής και γενικών εξόδων και η εξεύρεση χρηματικών πόρων και επενδύσεων.
• Η συνεχής και απρόσκοπτη λειτουργία της παραγωγικής διαδικασίας και η παροχή υπηρεσιών.
• Η προσφορά ποιοτικών προϊόντων και η αναβάθμιση των παρεχόμενων υπηρεσιών.
• Η έγκαιρη εξόφληση ληξιπρόθεσμων και βραχυχρόνιων υποχρεώσεων.
• Η έγκαιρη διάθεση των παραγόμενων προϊόντων και υπηρεσιών.
• Η ορθολογική οργάνωση της εργασίας και του εξοπλισμού.
Οι μακροχρόνιοι στόχοι των οικονομικών οργανισμών είναι:
• Η μεγιστοποίηση των επενδύσεων και περιουσιακών στοιχείων (επέκταση εγκαταστάσεων και μηχανολογικού εξοπλισμού.
• Η μεγιστοποίηση των αναμενόμενων κερδών και του μεριδίου της αγοράς.
• Η μεγιστοποίηση των πωλήσεων και η επέκταση σε νέες αγορές.
• Η ελαχιστοποίηση του κόστους και ελαχιστοποίηση των γενικών και ειδικών εξόδων.