Η ανεργία στην Ελλάδα
Η ανεργία αποτελεί ένα από τα σηµαντικότερα ζητήµατα των σύγχρονων κοινωνιών καθώς το φάσµα των επιπτώσεών της είναι µεγάλο και διαπερνά το σύνολο της ζωής ενός ανθρώπου, ενώ εξελίσσεται σε µορφή µάστιγας. Σηµαντικό είναι όµως να ορίσουµε την έννοια της ανεργίας. Έτσι, σύµφωνα µε το γενικά αποδεκτό ορισµό, άνεργοι είναι όσοι είναι ικανοί προς εργασία, θέλουν να εργασθούν µε τον τρέχοντα µισθό αλλά δεν βρίσκουν απασχόληση. Τα τρία αυτά κριτήρια, δηλ. ικανότητα, επιθυµία και ύπαρξη θέσεων απασχόλησης, προσδιορίζουν την κατηγορία των εργατών που
θεωρούνται άνεργοι. 16 Η ανικανοποίητη αυτή ανάγκη για εργασία φαίνεται να επηρεάζει ακόµα και την ψυχολογία του ανθρώπου την οποία θα αναλύσουµε στη συνέχεια.
Κάθε χώρα έρχεται αντιµέτωπη µε διαφορετικούς τύπους ανεργίας οι οποίοι
προσδιορίζονται κάθε φορά µε βάση τα στατιστικά στοιχεία. Έτσι, για χώρες όπως η Ελλάδα που χαρακτηρίζεται ως ανεπτυγµένη διακρίνουµε τις εξής κατηγορίες:
Ανεργία τριβής
Η συγκεκριµένη κατηγορία ανεργίας, θα λέγαµε πως δεν δηµιουργεί σοβαρά
ζητήµατα, ωστόσο βέβαια εξαρτάται πάντοτε από την οικονοµία της χώρας στην οποία δηµιουργείται. Η ανεργία τριβής είναι εκείνη η οποία οφείλεται στην αδυναµία της αγοράς εργασίας να απορροφήσει αµέσως ανέργους παρότι υπάρχουν κενές θέσεις εργασίας για τις οποίες οι άνεργοι έχουν τα απαραίτητα προσόντα. Αφορά κυρίως νέους οι οποίοι λαµβάνουν την απόφαση να αναζητήσουν µία διαφορετική εργασία από αυτή που ήδη κάνουν ακολουθώντας τις προσδοκίες και τους στόχους τους. Ακόµα, το συγκεκριµένο είδος ανεργίας παρουσιάζεται έντονα σε χώρες των οποίων
οι οικονοµίες εµφανίζουν συχνούς µετασχηµατισµούς, δηµιουργώντας κενές θέσεις εργασίας. Εξαιτίας λοιπόν των προσφερόµενων θέσεων εργασίας η περίοδος ανεργίας στην περίπτωση αυτή είναι σχετικά µικρή.
Εποχιακή ανεργία
Η περίπτωση αυτή, µπορεί να αφορά πολλές οικονοµίες καθώς αποτελεί ένα συχνό φαινόµενο. Στη περίπτωση της Ελληνικής κοινωνίας το φαινόµενο αυτό είναι συνηθισµένο καθώς οι κλάδοι του τουρισµού ή ακόµα και οι αγροτικές
δραστηριότητες αποτελούν χαρακτηριστικές κοιτίδες ανάπτυξης εποχιακής ανεργίας. Η ζήτηση λοιπόν που παρουσιάζεται στους χώρους εργασίας είναι δείκτης για το ποσοστό απορρόφησης των αιτούντων απασχόλησης. Τα άτοµα που πλήττονται προέρχονται δυστυχώς από όλες τις ηλικίες χωρίς διάκριση, παρατηρείται ωστόσο ότι σε δυσµενέστερη θέση είναι τα άτοµα που προέρχονται από ασθενείς κοινωνικές τάξεις. Τέλος, η διάρκεια της εποχιακής εργασίας ποικίλει, καθώς εξαρτάται από το ποσοστό ζήτησης αλλά και το είδος της παραγωγικής δραστηριότητας. Έτσι σε κάποιες περιπτώσεις µπορεί να είναι µικρή και σε άλλες µεγαλύτερη, ενώ το ποσοστό ζηµίας που δηµιουργεί διαφέρει κατά περίπτωση.
∆ιαρθρωτική ή τεχνολογική ανεργία
∆ιαρθρωτική ανεργία ονοµάζεται η ανεργία η οποία οφείλεται σε δυσαναλογίες και ακαµψίες του οικονοµικού συστήµατος, ενώ επίσης η τεχνολογική εξέλιξη που προκαλεί µεταβολές στο τοµέα της εργασίας επισύρει την παρακµή κάποιων επιχειρήσεων οδηγώντας σε καταστάσεις ανεργίας. Οι άνεργοι που προέρχονται από αυτές τις κατηγορίες δεν διαθέτουν τα κατάλληλα προσόντα για τις προσφερόµενες θέσεις και θεωρούνταν επαρκείς. Η περίπτωση αυτή της ανεργίας δηµιουργείται από τη δυσαναλογία προσφοράς- ζήτησης και πολλές φορές µπορεί να διαρκέσει έως και χρόνια. Εποµένως, θεωρείται ένας τοµέας ο οποίος επιζητεί άµεσα αντιµετώπιση µέσω θεσµικών και πολιτικών αλλαγών.
Κυκλική ανεργία
Στη περίπτωση αυτή η ανεργία επηρεάζεται από τις εκάστοτε οικονοµικές
µεταπτώσεις και από την έλλειψη ζήτησης. Έτσι, όταν µειώνεται η συνολική ζήτηση, µειώνεται αναλογικά και το ποσοστό των απασχολούµενων αυξάνοντας το ποσοστό των εν ενεργεία ανέργων. Επιπτώσεις όπως η απόλυση ή η µη ανανέωση των συµβάσεων εργασίας είναι χαρακτηριστικές στα πλαίσια της κυκλικής ανεργίας.
Το ζήτηµα της ανεργίας είναι εξαιρετικά σηµαντικό, και έχει απασχολήσει κατά
περιόδους το σύνολο του επιστηµονικού κόσµου. Υπό το πρίσµα των κοινωνιών και οικονοµικών επιστηµών έχουν αναπτυχθεί σε θεωρητικό πλαίσιο σύγχρονες επιστηµονικές προσεγγίσεις για το ζήτηµα αυτό. Αυτές είναι η νεοκλασική θεωρία και η θεωρία της ρύθµισης. Σύµφωνα µε την νεοκλασική θεωρία το φαινόµενο της ανεργίας χαρακτηρίζεται ως εκούσιο, καθώς το άτοµο δεν δέχεται να εργαστεί µε τις προσφερόµενες συνθήκες και αυτό διότι έχει διαφορετικές προσδοκίες. Η ευθύνη λοιπόν επιρρίπτεται στο ίδιο το άτοµο. Η λύση θα επέλθει µόνο µε τη δηµιουργία συνθηκών τέλειου ανταγωνισµού οι οποίες θα συµβάλλουν στην εξάλειψη της
ανεργίας. Από την άλλη πλευρά η θεωρία της ρύθµισης αναφέρει πως παρά τη
µείωση του κόστους εργασίας δηµιουργήθηκε αύξηση της ανεργίας και όχι µείωση όπως θα ήταν αναµενόµενο. Έτσι, ενώ τα εισοδήµατα µειώνονται, τα επενδυτικά κεφάλαια λειτουργούν σε βάρος των εργαζοµένων.
Μελετώντας κανείς την περίπτωση της Ελληνικής οικονοµίας ως προς τον παράγοντα της ανεργίας διαπιστώνει πως τα τεκταινόµενα είναι µάλλον απογοητευτικά.
Συγκριτικά µε το παρελθόν παρατηρείται αύξηση των ποσοστών ανεργίας και
µάλιστα το µεγαλύτερο τµήµα αφορά νέους ηλικίας 18-24 ετών καθώς και γυναίκες.
Η αύξηση αυτή συνδέεται άµεσα µε την οικονοµική κρίση που µαστίζει την Ελληνική κοινωνία τα τελευταία χρόνια. Συγκεκριµένα, η ανεργία δεν αποτελούσε µείζον ζήτηµα για την Ελληνική οικονοµία µέχρι τη δεκαετία του 1970. Οι κρίσεις που ακολούθησαν επηρέασαν τον εργασιακό τοµέα τόσο σε εθνικό όσο και σε παγκόσµιο επίπεδο. Έτσι, η αναπτυσσόµενη οικονοµία µε τα χαµηλά ποσοστά ανεργίας έδωσε σιγά-σιγά τη θέση της στην αβεβαιότητα που δηµιούργησαν οι συνθήκες ανεργίας. Οι νέοι προσπαθώντας να αποφύγουν την ανεργία καταφεύγουν στη λύση της ηµιαπασχόλησης ή ακόµα και στην απασχόληση η οποία δεν σχετίζεται µε την κατάρτιση του εργαζόµενου (ετεροαπασχόληση). Στον αγώνα για τη µείωση της ανεργίας στην Ελλάδα συµβάλει ο ΟΑΕ∆ (Οργανισµός Απασχόλησης Εργατικού ∆υναµικού) µε τα προγράµµατα που προκηρύσσει. Τα προγράµµατα αυτά δεν σχετίζονται µόνο µε την εύρεση εργασίας αλλά και µε την επαγγελµατική κατάρτιση που προσφέρεται. Ωστόσο, ο όγκος που πλήττονται από την ανεργία βρίσκεται σε δυσαναλογία µε τα προσφερόµενα προγράµµατα, ενώ ακόµα και σε περίπτωση συµµετοχής ο χρόνος εργασίας είναι ελάχιστος. Εποµένως, δεν λύνεται ουσιαστικά το ζήτηµα. Τα άτοµα υποφέρουν από οικονοµική δυσχέρεια ενώ δυσκολεύονται ακόµα και να βιοποριστούν. Το ζήτηµα ωστόσο της ανεργίας εκτός από εµφανής οικονοµικές επιπτώσεις επιφέρει κοινωνικές και ψυχολογικές. Έτσι, η απώλεια ή η µη εύρεση εργασίας συνεπάγεται και µε συναισθηµατικά προβλήµατα καθώς το άτοµο βιώνει έντονα την απόρριψη, και το αίσθηµα της µη προσφοράς στο κοινωνικό σύνολο µε αποτέλεσµα πολλές φορές να θεωρεί τον εαυτό του άχρηστο. Ακόµα, λόγω την µη συµµετοχής του στον εργασιακό χώρο αποκλείεται από σηµαντικές φάσεις της ζωής. Αυτό ενέχει κινδύνους για αποκλεισµό από το κοινωνικό σύνολο ένα εξαιρετικά σηµαντικό ζήτηµα. Υπάρχει λοιπόν µία επιτακτική ανάγκη για επίλυση του ζητήµατος της ανεργίας για την κοινωνική ανάταση. Αυτό θα συµβεί µε θεσµικές και πολιτικές αλλαγές αλλά και
µε σωστή εκµετάλλευση των ευκαιριών που παρέχονται σε κάθε περίπτωση.
Η ανεργία αποτελεί ένα από τα σηµαντικότερα ζητήµατα των σύγχρονων κοινωνιών καθώς το φάσµα των επιπτώσεών της είναι µεγάλο και διαπερνά το σύνολο της ζωής ενός ανθρώπου, ενώ εξελίσσεται σε µορφή µάστιγας. Σηµαντικό είναι όµως να ορίσουµε την έννοια της ανεργίας. Έτσι, σύµφωνα µε το γενικά αποδεκτό ορισµό, άνεργοι είναι όσοι είναι ικανοί προς εργασία, θέλουν να εργασθούν µε τον τρέχοντα µισθό αλλά δεν βρίσκουν απασχόληση. Τα τρία αυτά κριτήρια, δηλ. ικανότητα, επιθυµία και ύπαρξη θέσεων απασχόλησης, προσδιορίζουν την κατηγορία των εργατών που
θεωρούνται άνεργοι. 16 Η ανικανοποίητη αυτή ανάγκη για εργασία φαίνεται να επηρεάζει ακόµα και την ψυχολογία του ανθρώπου την οποία θα αναλύσουµε στη συνέχεια.
Κάθε χώρα έρχεται αντιµέτωπη µε διαφορετικούς τύπους ανεργίας οι οποίοι
προσδιορίζονται κάθε φορά µε βάση τα στατιστικά στοιχεία. Έτσι, για χώρες όπως η Ελλάδα που χαρακτηρίζεται ως ανεπτυγµένη διακρίνουµε τις εξής κατηγορίες:
Ανεργία τριβής
Η συγκεκριµένη κατηγορία ανεργίας, θα λέγαµε πως δεν δηµιουργεί σοβαρά
ζητήµατα, ωστόσο βέβαια εξαρτάται πάντοτε από την οικονοµία της χώρας στην οποία δηµιουργείται. Η ανεργία τριβής είναι εκείνη η οποία οφείλεται στην αδυναµία της αγοράς εργασίας να απορροφήσει αµέσως ανέργους παρότι υπάρχουν κενές θέσεις εργασίας για τις οποίες οι άνεργοι έχουν τα απαραίτητα προσόντα. Αφορά κυρίως νέους οι οποίοι λαµβάνουν την απόφαση να αναζητήσουν µία διαφορετική εργασία από αυτή που ήδη κάνουν ακολουθώντας τις προσδοκίες και τους στόχους τους. Ακόµα, το συγκεκριµένο είδος ανεργίας παρουσιάζεται έντονα σε χώρες των οποίων
οι οικονοµίες εµφανίζουν συχνούς µετασχηµατισµούς, δηµιουργώντας κενές θέσεις εργασίας. Εξαιτίας λοιπόν των προσφερόµενων θέσεων εργασίας η περίοδος ανεργίας στην περίπτωση αυτή είναι σχετικά µικρή.
Εποχιακή ανεργία
Η περίπτωση αυτή, µπορεί να αφορά πολλές οικονοµίες καθώς αποτελεί ένα συχνό φαινόµενο. Στη περίπτωση της Ελληνικής κοινωνίας το φαινόµενο αυτό είναι συνηθισµένο καθώς οι κλάδοι του τουρισµού ή ακόµα και οι αγροτικές
δραστηριότητες αποτελούν χαρακτηριστικές κοιτίδες ανάπτυξης εποχιακής ανεργίας. Η ζήτηση λοιπόν που παρουσιάζεται στους χώρους εργασίας είναι δείκτης για το ποσοστό απορρόφησης των αιτούντων απασχόλησης. Τα άτοµα που πλήττονται προέρχονται δυστυχώς από όλες τις ηλικίες χωρίς διάκριση, παρατηρείται ωστόσο ότι σε δυσµενέστερη θέση είναι τα άτοµα που προέρχονται από ασθενείς κοινωνικές τάξεις. Τέλος, η διάρκεια της εποχιακής εργασίας ποικίλει, καθώς εξαρτάται από το ποσοστό ζήτησης αλλά και το είδος της παραγωγικής δραστηριότητας. Έτσι σε κάποιες περιπτώσεις µπορεί να είναι µικρή και σε άλλες µεγαλύτερη, ενώ το ποσοστό ζηµίας που δηµιουργεί διαφέρει κατά περίπτωση.
∆ιαρθρωτική ή τεχνολογική ανεργία
∆ιαρθρωτική ανεργία ονοµάζεται η ανεργία η οποία οφείλεται σε δυσαναλογίες και ακαµψίες του οικονοµικού συστήµατος, ενώ επίσης η τεχνολογική εξέλιξη που προκαλεί µεταβολές στο τοµέα της εργασίας επισύρει την παρακµή κάποιων επιχειρήσεων οδηγώντας σε καταστάσεις ανεργίας. Οι άνεργοι που προέρχονται από αυτές τις κατηγορίες δεν διαθέτουν τα κατάλληλα προσόντα για τις προσφερόµενες θέσεις και θεωρούνταν επαρκείς. Η περίπτωση αυτή της ανεργίας δηµιουργείται από τη δυσαναλογία προσφοράς- ζήτησης και πολλές φορές µπορεί να διαρκέσει έως και χρόνια. Εποµένως, θεωρείται ένας τοµέας ο οποίος επιζητεί άµεσα αντιµετώπιση µέσω θεσµικών και πολιτικών αλλαγών.
Κυκλική ανεργία
Στη περίπτωση αυτή η ανεργία επηρεάζεται από τις εκάστοτε οικονοµικές
µεταπτώσεις και από την έλλειψη ζήτησης. Έτσι, όταν µειώνεται η συνολική ζήτηση, µειώνεται αναλογικά και το ποσοστό των απασχολούµενων αυξάνοντας το ποσοστό των εν ενεργεία ανέργων. Επιπτώσεις όπως η απόλυση ή η µη ανανέωση των συµβάσεων εργασίας είναι χαρακτηριστικές στα πλαίσια της κυκλικής ανεργίας.
Το ζήτηµα της ανεργίας είναι εξαιρετικά σηµαντικό, και έχει απασχολήσει κατά
περιόδους το σύνολο του επιστηµονικού κόσµου. Υπό το πρίσµα των κοινωνιών και οικονοµικών επιστηµών έχουν αναπτυχθεί σε θεωρητικό πλαίσιο σύγχρονες επιστηµονικές προσεγγίσεις για το ζήτηµα αυτό. Αυτές είναι η νεοκλασική θεωρία και η θεωρία της ρύθµισης. Σύµφωνα µε την νεοκλασική θεωρία το φαινόµενο της ανεργίας χαρακτηρίζεται ως εκούσιο, καθώς το άτοµο δεν δέχεται να εργαστεί µε τις προσφερόµενες συνθήκες και αυτό διότι έχει διαφορετικές προσδοκίες. Η ευθύνη λοιπόν επιρρίπτεται στο ίδιο το άτοµο. Η λύση θα επέλθει µόνο µε τη δηµιουργία συνθηκών τέλειου ανταγωνισµού οι οποίες θα συµβάλλουν στην εξάλειψη της
ανεργίας. Από την άλλη πλευρά η θεωρία της ρύθµισης αναφέρει πως παρά τη
µείωση του κόστους εργασίας δηµιουργήθηκε αύξηση της ανεργίας και όχι µείωση όπως θα ήταν αναµενόµενο. Έτσι, ενώ τα εισοδήµατα µειώνονται, τα επενδυτικά κεφάλαια λειτουργούν σε βάρος των εργαζοµένων.
Μελετώντας κανείς την περίπτωση της Ελληνικής οικονοµίας ως προς τον παράγοντα της ανεργίας διαπιστώνει πως τα τεκταινόµενα είναι µάλλον απογοητευτικά.
Συγκριτικά µε το παρελθόν παρατηρείται αύξηση των ποσοστών ανεργίας και
µάλιστα το µεγαλύτερο τµήµα αφορά νέους ηλικίας 18-24 ετών καθώς και γυναίκες.
Η αύξηση αυτή συνδέεται άµεσα µε την οικονοµική κρίση που µαστίζει την Ελληνική κοινωνία τα τελευταία χρόνια. Συγκεκριµένα, η ανεργία δεν αποτελούσε µείζον ζήτηµα για την Ελληνική οικονοµία µέχρι τη δεκαετία του 1970. Οι κρίσεις που ακολούθησαν επηρέασαν τον εργασιακό τοµέα τόσο σε εθνικό όσο και σε παγκόσµιο επίπεδο. Έτσι, η αναπτυσσόµενη οικονοµία µε τα χαµηλά ποσοστά ανεργίας έδωσε σιγά-σιγά τη θέση της στην αβεβαιότητα που δηµιούργησαν οι συνθήκες ανεργίας. Οι νέοι προσπαθώντας να αποφύγουν την ανεργία καταφεύγουν στη λύση της ηµιαπασχόλησης ή ακόµα και στην απασχόληση η οποία δεν σχετίζεται µε την κατάρτιση του εργαζόµενου (ετεροαπασχόληση). Στον αγώνα για τη µείωση της ανεργίας στην Ελλάδα συµβάλει ο ΟΑΕ∆ (Οργανισµός Απασχόλησης Εργατικού ∆υναµικού) µε τα προγράµµατα που προκηρύσσει. Τα προγράµµατα αυτά δεν σχετίζονται µόνο µε την εύρεση εργασίας αλλά και µε την επαγγελµατική κατάρτιση που προσφέρεται. Ωστόσο, ο όγκος που πλήττονται από την ανεργία βρίσκεται σε δυσαναλογία µε τα προσφερόµενα προγράµµατα, ενώ ακόµα και σε περίπτωση συµµετοχής ο χρόνος εργασίας είναι ελάχιστος. Εποµένως, δεν λύνεται ουσιαστικά το ζήτηµα. Τα άτοµα υποφέρουν από οικονοµική δυσχέρεια ενώ δυσκολεύονται ακόµα και να βιοποριστούν. Το ζήτηµα ωστόσο της ανεργίας εκτός από εµφανής οικονοµικές επιπτώσεις επιφέρει κοινωνικές και ψυχολογικές. Έτσι, η απώλεια ή η µη εύρεση εργασίας συνεπάγεται και µε συναισθηµατικά προβλήµατα καθώς το άτοµο βιώνει έντονα την απόρριψη, και το αίσθηµα της µη προσφοράς στο κοινωνικό σύνολο µε αποτέλεσµα πολλές φορές να θεωρεί τον εαυτό του άχρηστο. Ακόµα, λόγω την µη συµµετοχής του στον εργασιακό χώρο αποκλείεται από σηµαντικές φάσεις της ζωής. Αυτό ενέχει κινδύνους για αποκλεισµό από το κοινωνικό σύνολο ένα εξαιρετικά σηµαντικό ζήτηµα. Υπάρχει λοιπόν µία επιτακτική ανάγκη για επίλυση του ζητήµατος της ανεργίας για την κοινωνική ανάταση. Αυτό θα συµβεί µε θεσµικές και πολιτικές αλλαγές αλλά και
µε σωστή εκµετάλλευση των ευκαιριών που παρέχονται σε κάθε περίπτωση.
«Σήμα κινδύνου» από την BNP Paribas για την ανεργία στην Ελλάδα
«Σήμα κινδύνου» εκπέμπει η BNP Paribas ως προς το πλήγμα που θα επιφέρει η πανδημία στην αγορά εργασίας της Ελλάδας.
Σύμφωνα, με τη γαλλική τράπεζα, αν και το δεύτερο κύμα της πανδημίας φαίνεται πως κορυφώθηκε στα μέσα Νοεμβρίου, ωστόσο οι οικονομικές προοπτικές, ιδίως για την αγορά εργασίας, προκαλούν έντονη ανησυχία για την Ελλάδα αλλά και για άλλες χώρες. Ο δείκτης προσδοκιών για την ανεργία των καταναλωτών, που δημοσιεύθηκε από την Κομισιόν, επιδεινώθηκε ξανά το Νοέμβριο, αποτελώντας τη χειρότερη ανάγνωσή του από τον Αύγουστο του 2013 για τη χώρα.
Όπως επισημαίνει η BNP Paribas, χωρίς να υπάρχουν για την ώρα τα τελευταία δεδομένα της ανεργίας στην Ελλάδα, και με βάση τα στοιχεία του Αυγούστου, η ελληνική οικονομία έχει δεχθεί ένα ισχυρό πλήγμα από την πανδημία, παρά τη σχετικά καλή διαχείριση, εξαιτίας της απότομης μείωσης του τουρισμού. Έτσι, μια επιβράδυνση που θα μπορούσε να επεκταθεί πέρα από την πανδημική φάση θα είχε ως αποτέλεσμα το «πάγωμα» της προσπάθειας ανάκαμψης για το 2021.
Από την άλλη, η κρίση του κορονοϊού θα αφήσει ένα αρνητικό στίγμα στην αγορά εργασίας, η οποία, όπως επισημαίνει η BNP Paribas, ήδη ανακάμπτει αργά από τη κρίση του δημόσιου χρέους, καθώς στα τέλη του 2019 η ανεργία είχε διαμορφωθεί στο 16,4%.
«Σήμα κινδύνου» εκπέμπει η BNP Paribas ως προς το πλήγμα που θα επιφέρει η πανδημία στην αγορά εργασίας της Ελλάδας.
Σύμφωνα, με τη γαλλική τράπεζα, αν και το δεύτερο κύμα της πανδημίας φαίνεται πως κορυφώθηκε στα μέσα Νοεμβρίου, ωστόσο οι οικονομικές προοπτικές, ιδίως για την αγορά εργασίας, προκαλούν έντονη ανησυχία για την Ελλάδα αλλά και για άλλες χώρες. Ο δείκτης προσδοκιών για την ανεργία των καταναλωτών, που δημοσιεύθηκε από την Κομισιόν, επιδεινώθηκε ξανά το Νοέμβριο, αποτελώντας τη χειρότερη ανάγνωσή του από τον Αύγουστο του 2013 για τη χώρα.
Όπως επισημαίνει η BNP Paribas, χωρίς να υπάρχουν για την ώρα τα τελευταία δεδομένα της ανεργίας στην Ελλάδα, και με βάση τα στοιχεία του Αυγούστου, η ελληνική οικονομία έχει δεχθεί ένα ισχυρό πλήγμα από την πανδημία, παρά τη σχετικά καλή διαχείριση, εξαιτίας της απότομης μείωσης του τουρισμού. Έτσι, μια επιβράδυνση που θα μπορούσε να επεκταθεί πέρα από την πανδημική φάση θα είχε ως αποτέλεσμα το «πάγωμα» της προσπάθειας ανάκαμψης για το 2021.
Από την άλλη, η κρίση του κορονοϊού θα αφήσει ένα αρνητικό στίγμα στην αγορά εργασίας, η οποία, όπως επισημαίνει η BNP Paribas, ήδη ανακάμπτει αργά από τη κρίση του δημόσιου χρέους, καθώς στα τέλη του 2019 η ανεργία είχε διαμορφωθεί στο 16,4%.